ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑ
Ορισµός: Η τηλεργασία ορίζεται ως µια µορφή εργασίας που εκτελείται από ένα άτοµο για έναν εργοδότη ή πελάτη εκτός του παραδοσιακού εργασιακού χώρου µε τη χρήση τηλεπικοινωνιών και προηγµένων τεχνολογιών πληροφόρησης.
Μορφές
- Μόνιµη σύνδεση ενός υπαλλήλου µε το δίκτυο των εργοδοτών του µε αποτέλεσµα τον πλήρη έλεγχο της εργασιακής του ζωής και εποµένως λιγότερη ευελιξία στον τρόπο οργάνωσης του εργάσιµου
χρόνου του.
- Ελεύθερη εργασιακή σχέση [ελεύθερος επαγγελµατίας] που συνεπάγεται περισσότερη ελευθερία στον καθορισµό του ρυθµού
εργασίας.
Οφέλη
- Εξοικονόµηση χρόνου και µείωση δαπανών που απαιτούνται για τη µεταφορά των εργαζοµένων προς και από τον χώρο εργασίας.
- Ελαστικότητα στον καθορισµό του ρυθµού και των ωρών εργασίας.
- Αύξηση της παραγωγικότητας άρα και των κερδών µιας επιχείρησης, γεγονός που την καθιστά ανταγωνιστική.
- Συµβολή στη µείωση της ανεργίας ειδικά των ευαίσθητων κοινωνικών οµάδων [γυναικών, φοιτητών, ατόµων µε ειδικές ανάγκες].
Οι γυναίκες συνδυάζουν την επαγγελµατική δραστηριότητα µε τα οικιακά καθήκοντα και τη µητρότητα.
Οι φοιτητές έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν εισόδηµα και επαγγελµατική εµπειρία παράλληλα µε τις σπουδές τους.
Τα άτοµα µε ειδικές ανάγκες αποκτούν τη δυνατότητα επαγγελµατικής ένταξης καθώς και αξιοποίησης των ιδιαίτερων ικανοτήτων τους γνωρίζοντας παράλληλα την ικανοποίηση της δηµιουργίας, της αποδοχής και της αναγνώρισης.
Επιπτώσεις
- Κοινωνική αποµόνωση του εργαζοµένου [απουσία επαφής µε το έµψυχο εργασιακό περιβάλλον µε συνέπεια την ψυχολογική του επιβάρυνση].
- Αποκλεισµός από τα συλλογικά εργασιακά σχήµατα (οµάδες εργασίας, συνεδριάσεις, συνδικαλισµός).
- ∆υσχέρειες στην ανταπόκριση στο καθήκον στον οικογενειακό χώρο [ιδιαίτερα για τις γυναίκες].
- Αδυναµία παρακολούθησης των εξελίξεων και των νέων δεδοµένων στον εργασιακό τοµέα.
- Υψηλό κόστος τεχνολογικού εξοπλισµού για τους ελεύθερους επαγγελµατίες του είδους.
- Σύγχυση ελεύθερου και εργάσιµου χρόνου.