Να συμπληρωθούν τα κενά.
Γ 121-129
Η θεά , η αγγελιαφόρος των θεών, αφού μεταμορφώθηκε σε , την αδερφή του Πάρη και σύζυγο του Ελικάωνα, έρχεται στην ωραία Ελένη, που τη βρίσκει στο θάλαμό της να υφαίνει διπλό υφάδι, πάνω στο οποίο κεντούσε πολεμικές σκηνές από τον Τρωικό πόλεμο.
Γ 130-138
Η Ίρις, αφού στάθηκε στην Ελένη, την παρακίνησε να αφήσει την εργασία της και να βγει να δει κάτι το απίστευτο, δηλαδή τις δύο αντίπαλες παρατάξεις (τους και τους ), που με ησυχία περίμεναν τη μονομαχία του και του . Από τη μονομαχία αυτή θα κρινόταν οριστικά η τύχη της Ελένης.
Γ 139-145
Η Ίρις - Λαοδίκη έβαλε στην Ελένη την επιθυμία/λαχτάρα για τον πρώτο σύζυγό της, δηλαδή τον , για την πατρίδα της και τους γονείς της. Η Ελένη μόλις άκουσε τα λόγια της Ίριδας – Λαοδίκης, κάλυψε το κεφάλι της με ένα λεπτό λινό ύφασμα και βγήκε βιαστικά από το δωμάτιό της. Έτρεξε δακρυσμένη προς τις με τη συνοδεία δύο υπηρετριών της.
Γ 146-160
Ο βασιλιάς των Τρώων, , και άλλοι επτά επιφανείς Τρώες που αποτελούσαν την ακολουθία του, απόμαχοι τώρα εξαιτίας της μεγάλης ηλικίας τους, κάθονταν στον πύργο, που ήταν πάνω από τις . Όταν αυτοί είδαν την Ελένη να έρχεται προς τον πύργο, θαύμασαν την ομορφιά της και έλεγαν χαμηλόφωνα μεταξύ τους, ότι για τέτοια γυναίκα δεν ήταν ασυγχώρητος ο πόλεμος Τρώων και Αχαιών. Όλοι όμως εύχονταν να επιστρέψει στην πατρίδα της, για να μη γίνει πρόξενος συμφορών στους Τρώες όσο παραμένει στην Τροία.
Γ 161-170
Ο κάλεσε κοντά του την Ελένη μεγαλόφωνα, αποκαλώντας την «παιδί μου». Για να της δώσει θάρρος, της είπε ότι δεν φταίει αυτή για τον Τρωϊκό πόλεμο, αλλά οι . Έπειτα δείχνοντας με το χέρι του έναν άνδρα μεταξύ των Αχαιών, επιβλητικό στην εμφάνιση, τη ρώτησε ποιος είναι.
Γ 171-180
Η Ελένη απάντησε στον με σεβασμό. Εξέφρασε μια ανεκπλήρωτη ευχή να είχε πεθάνει με το χειρότερο θάνατο παρά που ακολούθησε τον , αφήνοντας πίσω της την οικογένειά της, την της, το αγαπητό περιβάλλον των συγγενών και των συνομιλήκων της. Έπειτα έλυσε την απορία του λέγοντας ότι ο μεγαλόσωμος Αχαιός, για τον οποίο τη ρώτησε, είναι ο , ο αδερφός του συζύγου της, .
Γ 181-190
Ο τότε άρχισε να τον καλοτυχίζει, γιατί ήταν αρχιστράτηγος τόσων Αχαιών. Θυμήθηκε ένα δικό του περιστατικό, δηλαδή τον πόλεμο των Φρυγών και των Αμαζόνων, στον οποίο κάποτε πήρε μέρος και ο ίδιος ως σύμμαχος των . Και παρατήρησε ότι και οι ήταν πολλοί, όχι όμως όσοι είναι τώρα οι .
Γ 191-202
Έπειτα ο είδε έναν άλλο Αχαιό, μικρότερο από τον στο ανάστημα αλλά με ώμους πλατιούς και ευρύ στέρνο, που περιφερόταν στις τάξεις των στρατιωτών, όπως το διασχίζει το απέραντο λευκών . Ο έδειξε αυτόν στην Ελένη και τη ρώτησε ποιος είναι. Και εκείνη τού είπε ότι είναι ο πανούργος από την .
Γ 203-224
Ο αφού πήρε τον λόγο επιβεβαίωσε όσα είπε η Ελένη για τον πανούργο . Είπε ότι έχει την ίδια αντίληψη, επειδή πριν από την έναρξη του Τρωικού πολέμου είχε φιλοξενήσει στο σπίτι του, αυτόν και τον , που είχαν έρθει ως των Αχαιών για ειρηνική επίλυση του ζητήματος της απαγωγής της Ελένης. Τότε βρήκε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τους δύο αυτούς άντρες.
Τον τον χαρακτηρίζει επιβλητικό στην εμφάνιση, λιγόλογο, εύστοχο στις εκφράσεις του ενώ τον τον χαρακτηρίζει πιο επιβλητικό και ασύγκριτο ρήτορα, έξυπνο, συνετό, με ηχηρή φωνή, γοητευτικό στο ακροατήριο στη συνέλευση των Τρώων με την ομιλία του.
Γ 225-244
Στη συνέχεια μετά από ερώτηση του η Ελένη αναγνωρίζει τον μεγαλόσωμο και ανδρείο και χωρίς να ερωτηθεί από τον έδωσε πληροφορίες και για τον . Ήταν βασιλιάς της Κρήτης. Οι οικογενειακές αναμνήσεις που ξεκινούν από αυτόν τής ξυπνούν το ενδιαφέρον για τα αδέρφια της. Η Ελένη επειδή δεν μπορούσε να τα διακρίνει ανάμεσα στους Αχαιούς υπέθεσε ότι ή δεν ακολούθησαν (τα αδέρφια της) το στρατό των Αχαιών στην Τροία ή ότι ήρθαν στην Τροία αλλά ντρέπονται να πάρουν μέρος στις μάχες. Βέβαια η Ελένη δε γνώριζε ότι τα αδέρφια της (ο και ο είχαν πεθάνει πριν από καιρό.