Μάθημα : ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Κωδικός : G894156

G894156  -  ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΜΠΑΡΑΚΟΥ

Ενότητες - ΤΑ ΟΡΙΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ- ΣΥΝΟΔΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΑ ΟΡΙΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ- ΣΥΝΟΔΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΟΡΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΥ

ΕΚΚΛΗΣΙΑ

i. Πότε και γιατί χρειάζονται οι αποφάσεις;

1. Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ (δες το κείμενο του βιβλίου σου)

α) ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΥΝΟΔΟΥ

"Τότε αποφάσισαν οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι μαζί με
όλη την Εκκλησία να εκλέξουν από ανάμεσά τους μερικούς
που να τους στείλουν στην Αντιόχεια μαζί με τον Παύλο και
τον Βαρνάβα. Έτσι εξέλεξαν τον Ιούδα, που λεγόταν και
Βαρσαββάς, και τον Σίλα, ανθρώπους με εξέχουσα θέση
ανάμεσα στους χριστιανούς, και τους έδωσαν να μεταφέρουν την ακόλουθη επιστολή:
Οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι και οι αδελφοί χαιρετούν
τους αδελφούς που προέρχονται από τους εθνικούς στην Αντιόχεια, στη Συρία και στην
Κιλικία. Επειδή ακούσαμε ότι μερικοί από μας ήρθαν και σας τάραξαν με τα λόγια τους
και κλόνισαν τις ψυχές σας, χωρίς να τους έχουμε δώσει εντολή εμείς, αποφασίσαμε ομόφωνα

να εκλέξουμε μερικούς άντρες και να τους στείλουμε σ’ εσάς, μαζί με τους αγαπητούς μας

Βαρνάβα και Παύλο, που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στο έργο του Κυρίου μας
Ιησού Χριστού. Στείλαμε λοιπόν τον Ιούδα και τον Σίλα, που θα σας πουν και προφορικά
τα ίδια πράγματα. Δηλαδή: αποφασίστηκε ως σωστό από το Άγιο Πνεύμα και από μας να
μη σας επιβάλουμε κανένα πρόσθετο βάρος, εκτός από αυτά τα αναγκαία: να απέχετε
από τα ειδωλόθυτα, το αίμα, το κρέας από πνιγμένα ζώα και την πορνεία. Αν φυλάγεστε
από αυτά, θα κάνετε το σωστό. Υγιαίνετε."
(Πράξ 15, 23­29)

2) Από τις τοπικές στις Οικουμενικές Συνόδους

   Από τον 2ο αι. μ.Χ. οι επίσκοποι γειτονικών περιοχών συνήθιζαν να επικοινωνούν μεταξύ τους,για να αντιμετωπίζουν ποιμαντικά ζητήματα,

να συζητούν θεολογικά θέματα και να λύνουν διάφορα προβλήματα που ανέκυπταν. Αυτή η επικοινωνία γινόταν με τη σύγκληση τοπικών

συνόδων στην πρωτεύουσα της επαρχίας, υπό την προεδρία του επισκόπου της πρωτεύουσας. Με το πέρασμα των χρόνων οι σύνοδοι

διευρύνονταν, καθώς άρχισαν να συμμετέχουνσε αυτές μέλη όχι μόνο μίας, αλλά και περισσότερων περιφερειών.
   

Τα πράγματα άλλαξαν τον 4ο αι. μ.Χ. με τον Μ. Κωνσταντίνο. Με την καινούρια σχέση μεταξύΕκκλησίας και πολιτείας που διαμορφώθηκε,

και καθώς η Εκκλησία γινόταν πια «θρησκεία της αυτοκρατορίας», άρχισαν να συγκαλούνται Οικουμενικές Σύνοδοι, σύνοδοι δηλαδή στις οποίες

συμμετείχαν περισσότερα μέλη της Εκκλησίας και από όλο τον κόσμο, με καθήκον τους να διευκρινίσουν την πίστη και να την προστατεύσουν

από λάθη και αποκλίσεις. Η αντιμετώπιση των αιρέσεων: βασικός στόχος των Συνόδων
     

Από τους πρώτες αιώνες της ζωής της Εκκλησίας, κάποιοι χριστιανοί, προσπαθώντας να εξηγήσουν την πίστη τους αποκλειστικά με τη λογική, άρχισαν

να υιοθετούν απόψεις διαφορετικές από αυτές που πίστευε μέχρι τότε όλη η εκκλησιαστική κοινότητα και αντίθετες με όσα είχαν παραδώσει οι μαθητές

του Χριστού. Αυτό δημιουργούσε αναστάτωση στους χριστιανούς, που μάλιστα εντεινόταν περισσότερο εξαιτίας των επεμβάσεων πολλών αυτοκρατόρων.

   

   Η Εκκλησία διαπίστωσε ότι όλο αυτό το κλίμα απειλούσε να πληγώσει καθοριστικά τη ζωή και την ενότητα των μελών της. Αποφάσισε να διαχωρίσει την

αλήθεια από την πλάνη (αίρεση), καθορίζοντας μια για πάντα τη διδασκαλία της πάνω στα βασικά σημεία της πίστης. Γι’ αυτό τον λόγο συγκλήθηκαν

οι Οικουμενικές Σύνοδοι. Όσοι χριστιανοί συνέχισαν και μετά τις αποφάσεις των Συνόδων να υποστηρίζουν τις δικές τους απόψεις ονομάστηκαν αιρετικοί,

γιατί με αυτόν τον τρόπο ξεχώρισαν και απομακρύνθηκαν από την πίστη της Εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζει επτά Οικουμενικές Συνόδους,

η τελευταία, μάλιστα από τις οποίες πραγματοποιήθηκε το 787 μ.Χ. για την υπεράσπιση των ιερών εικόνων.

3) Ποιος αποφασίζει αν μια σύνοδος είναι οικουμενική;

Είναι πολύ δύσκολο να δοθεί άμεση
απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα […] δεν
μπορεί μια σύνοδος να θεωρηθεί οικουμενική, αν οι αποφάσεις της δεν γίνουν
δεκτές από ολόκληρη την Εκκλησία […]
Αυτή η πράξη αποδοχής των συνόδων
από ολόκληρη την Εκκλησία δεν πρέπει
να γίνει κατανοητή μ’ ένα νομικίστικο
τρόπο: «Δε σημαίνει πως οι αποφάσεις
των συνόδων θα πρέπει να επικυρωθούν από ένα γενικό δημοψήφισμα, και
πως χωρίς ένα τέτοιο δημοψήφισμα δεν
έχουν κύρος. Δεν υπάρχει τέτοιο δημοψήφισμα. Αλλά από την ιστορική εμπειρία

γίνεται σαφές πως η φωνή μιας δεδομένης συνόδου είτε εκφράζει την αληθινή φωνή της Εκκλησίας είτε όχι: αυτό
είναι όλο» (Σ. Μπουλγκάκωφ).

Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία

Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, Ο ΑΡΕΙΟΣ 
Συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνο στη Νίκαια της Βιθυνίας, τον Μάιο του έτους 325 μ.Χ. Ο Κωνσταντίνος ήθελε να κατευνάσει τον σάλο

που είχε προκαλέσει στην Εκκλησία ο Άρειος με τη διδασκαλία του. Όσο κι αν είχε προσπαθήσει ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος να αντιμετωπίσει

τις απόψεις του Αρείου σε μια τοπική σύνοδο, δεν τα κατάφερε. Έτσι χρειάστηκε η οργάνωση μιας συνόδου στην οποία να συμμετέχουν μέλη από όλη την Εκκλησία (Οικουμενική).
   

   Στη σύνοδο, όλοι είχαν τη δυνατότητα να εκφέρουν τη γνώμη τους. Κατά την παράδοση, στη σύνοδο συμμετείχαν 318 Πατέρες της Εκκλησίας. Όσα λέγονταν προκαλούσαν

αντιδράσεις και διάλογο. Ο ίδιος μάλιστα ο Μ. Κωνσταντίνος, που τιμητικά ήταν πρόεδρος της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, παρενέβαινε συχνά. Αφού έγιναν πολλές συζητήσεις

(η Σύνοδος διήρκεσε τρεισήμισι χρόνια!) και διαβάστηκαν σχετικά κείμενα, μια επιτροπή συνέταξε το Σύμβολο της Πίστεως. Επιπλέον, στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο αποφασίστηκε

ποια είναι τα ιερά βιβλία των Χριστιανών (ο Κανόνας της Καινής Διαθήκης) και καθορίστηκε η ημέρα εορτασμού του Πάσχα.

Γιατί ήταν επικίνδυνες οι απόψεις του Αρείου;

     Το κύριο έργο της Συνόδου της Νικαίας το 325 ήταν η καταδίκη του Αρειανισμού. Ο Άρειος, ένας ιερέας της Αλεξάνδρειας, υποστήριζε

πως ο Υιός είναι κατώτερος από τον Πατέρα, και τραβώντας έτσι μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ Θεού και δημιουργίας, τοποθετούσε

τον Υιό μεταξύ των κτισμάτων: ένα ανώτερο βεβαίως κτίσμα, είναι αλήθεια, αλλά πάντως όχι τίποτε άλλο από κτίσμα. Χωρίς αμφιβολία

το κίνητρό του ήταν να προστατέψει τη μοναδικότητα και υπερβατικότητα του Θεού, αλλά αποτέλεσμα της διδασκαλίας του, κάνοντας

τον Χριστό κατώτερο του Θεού, ήταν πως η θέωση του ανθρώπου καθίσταται αδύνατη. Μόνον αν ο Χριστός είναι τέλειος Θεός, ήταν η

απάντηση της Συνόδου, μπορεί να μας ενώσει με τον Θεό, γιατί κανείς άλλος εκτός του Θεού δεν μπορεί να ανοίξει το δρόμο γι’ αυτή την ένωση.
Κ. Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία.

ΣΥΝΟΔΟΣ ΦΕΡΡΑΡΑΣ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ

ΜΙΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΙΣΧΥΣΕ ΩΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ

ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, ΕΝΑΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ (ΚΟΥΙΖ)

από το μαθητή ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΛΑΜΠΡΟ